Η Ελλάδα, παραδοσιακά ταυτισμένη με τον θερινό τουρισμό, φαίνεται φέτος να αλλάζει το προφίλ της σεζόν. Σύμφωνα με τα στοιχεία του airdata-tracker του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), οι...
Η Ελλάδα, παραδοσιακά ταυτισμένη με τον θερινό τουρισμό, φαίνεται φέτος να αλλάζει το προφίλ της σεζόν. Σύμφωνα με τα στοιχεία του airdata-tracker του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), οι προγραμματισμένες θέσεις για Σεπτέμβριο – Οκτώβριο 2025 φτάνουν τα 12,949,735, σημειώνοντας αύξηση 4,5 % σε σχέση με πέρσι. Αυτό που παλαιότερα θεωρούνταν «μεταβατική περίοδος» μετατρέπεται πλέον σε νέα περίοδο αιχμής, με ολοένα περισσότερους προορισμούς να παραμένουν ανοικτοί μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου και αγορές όπως η Γερμανία, η Βρετανία, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ να ενισχύουν τη ζήτηση.
Τα παραπάνω δείχνουν ξεκάθαρα ότι η παράταση της σεζόν δεν είναι απλώς στατιστικό φαινόμενο· αποτελεί προειδοποίηση για τον κλάδο της φιλοξενίας: η ικανότητα προσαρμογής θα καθορίσει ποιοι θα εκμεταλλευτούν τη νέα δυναμική και ποιοι θα μείνουν πίσω.
Προκλήσεις & ανακατατάξεις στην κανονικότητα
Η παράταση της τουριστικής περιόδου δημιουργεί νέες απαιτήσεις για τον κλάδο. Οι αγορές λειτουργούν με πολλαπλές ταχύτητες, οι επισκέπτες διαφοροποιούν τη συμπεριφορά και τη διάρκεια παραμονής τους, ενώ η κατανάλωση δεν ακολουθεί πάντα την αύξηση των αφίξεων. Οι σύντομες διαμονές και τα city breaks γίνονται πιο δημοφιλή, απαιτώντας ευέλικτα επιχειρηματικά μοντέλα.
Ταυτόχρονα, οι προορισμοί ανακατανέμουν τη δυναμική τους. Νησιά όπως η Μήλος, η Νάξος και η Σύρος σημειώνουν αυξημένη ζήτηση, ενώ παραδοσιακά δημοφιλείς περιοχές όπως η Σαντορίνη και η Μύκονος αντιμετωπίζουν προκλήσεις όπως υψηλό κόστος και απρόβλεπτους παράγοντες (π.χ. σεισμική δραστηριότητα). Η εικόνα που διαμορφώνεται είναι σύνθετη: περισσότερες αφίξεις δεν σημαίνουν απαραίτητα μεγαλύτερα έσοδα ή σταθερή ανάπτυξη, καθιστώντας απαραίτητη την προσαρμοστικότητα.
Από ανάπτυξη προς βιωσιμότητα
Η επέκταση της σεζόν δεν μπορεί να ιδωθεί μόνο μέσα από το πρίσμα της αύξησης αφίξεων. Αντιθέτως, θέτει ένα ευρύτερο στρατηγικό ερώτημα: πώς μεταφράζεται η ανάπτυξη σε πραγματική βιωσιμότητα για τον κλάδο; Η απάντηση δεν βρίσκεται στους αριθμούς, αλλά στην ποιότητα και τη διάρκεια των αποτελεσμάτων.
Η σωστή διαχείριση ανθρώπινων και ενεργειακών πόρων και υποδομών αποτελεί κεντρικό άξονα. Παράλληλα, η εμπειρία του επισκέπτη πρέπει να παραμένει υψηλού επιπέδου, χωρίς να επιβαρύνεται από δυσανάλογα κόστη. Τέλος, οι συνεργασίες με τοπικές κοινωνίες, η ενσωμάτωση καινοτόμων πρακτικών και η αξιοποίηση της τεχνολογίας συνιστούν μοχλούς που μπορούν να μετατρέψουν τη συγκυριακή αύξηση σε μακροπρόθεσμη αξία.